Οφείλει την ύπαρξή του στον ορεινό όγκο του Χελμού, ενώ πολλές είναι οι αξιοσημείωτες πηγές του (Ύδατα Στυγός, Κρυονέρι στο δάσος της Ζαρούχλας). Στο ύψος του χωριού Περιστέρα, τα δύο κυριότερα παρακλάδια του ποταμού ενώνονται σχηματίζοντας καταρράκτες και το στενό και βαθύ φαράγγι του Περιστεριώνα. Μετά τη διάσχιση των λεγόμενων Κλουκινοχωρίων, χύνεται στον Κορινθιακό κόλπο, κοντά στους παραθαλάσσιους οικισμούς Συλίβαινα και Ποροβίτσιανα (που βρίσκονται ανατολικά και δυτικά του δέλτα αντίστοιχα), τους οποίους τροφοδοτεί συνεχώς με φερτά υλικά και προσχώσεις, συντελώντας στη διατήρηση και ισορροπία του παραλιακού τους μετώπου. Η ασβεστολιθικού χαρακτήρα λεκάνη απορροής του έχει έκταση 149 τ.χλμ. και η ροή του είναι ως επί το πλείστον συνεχής όλον το χρόνο.
Σε μεγαλύτερο υψόμετρο τα παρόχθια δάση με τις ιτιές, τα πλατάνια, τους αγριοπλάτανους, τις λεύκες και τις πικροδάφνες δείχνουν παρουσιάζουν μια ειδυλλιακή για περίπατο εικόνα, ενώ δυτικά της κοίτης από τον εν μέρει αποκλεισμό της (εξαιτίας βίαιης κατολίσθησης), δημιουργήθηκε το 1913 η πανέμορφη Λίμνη Τσιβλού στην Ακράτα. Στις όχθες του ποταμού φυτρώνει και η ορχιδέα Dactylorhiza iberica, κυρίως ενδημική της Πίνδου. Χάρη στην εξαιρετική βιοποικιλότητα του Χελμού, με την οποία το ποτάμι αλληλεπιδρά αναπόσπαστα, ο Κράθης παρουσιάζει αξιόλογη ορνιθοπανίδα και ιχθυοπανίδα, κυρίως στο τμήμα κοντά στις πηγές του.
Η ελλιπής συντήρηση των αντιπλημμυρικών έργων, που έχουν γίνει παραλιακά, η ρίψη απορριμμάτων στις όχθες του και η μερική κάλυψή του για τη μεταφορά δομικών υλικών δημιουργούν σήμερα μια αποκαρδιωτική εικόνα για το ίδιο το ποτάμι αλλά και τα οικοσυστήματα που αναπτύσσονται γύρω από αυτό.